Διαδρομές

Διαδρομές

Το εισιτήριο έχει βγει δυο μέρες πριν. Τότε ίσως να ξεκίνησε ένας διαφορετικός χωροχρόνος σε πολύ αρχικό στάδιο και όχι ευδιάκριτο. Ξυπνάς πολύ πρωί για να ολοκληρώσεις βαλίτσα και φτάνεις στο σταθμό των ΚΤΕΛ. Καφές, μερικά τσιγάρα και χάζεμα. Τώρα ο χωροχρόνος πάει να αλλάξει. Είσαι μόνος σου με αυτά που κουβαλάς στο μυαλό και στα χέρια.

Επιβιβάζεσαι και ψάχνεις την ακριβή θέση που αναγράφεται στο εισιτήριο, γιατί το λεωφορείο είναι γεμάτο. Ζητάς το παράθυρο, αν δεν το έχεις. Κάθε στιγμή της διαδρομής θα συνδέεται με ένα σημείο, μια εικόνα, ένα τοπίο ακόμη και ένα δένδρο. Εδώ μπορεί να χωρέσει η μουσική εκτός κι αν αντέχεις μόνο με τις σκέψεις σου ή το ραδιόφωνο του οδηγού. Βοηθάει, απομονώνεσαι εύρυθμα.

Στην αρχή ο δρόμος είναι ατελείωτος. Θέλεις να μαστιγώσεις αυτό το σύγχρονο άλογο που κουβαλάει πολλούς, αλλά κανείς δεν το καβαλάει. Γύρω σου υπάρχουν φοιτητές, μανάδες, άνθρωποι ντυμένοι για δουλειά που έχουν να κάνουν στον τελικό προορισμό και έπειτα να γυρίσουν. Άλλοι έχουν μια αναμενομένη πλήξη και άλλοι μια πληκτική αναμονή, που φέρει κάποτε νευρικότητα, άλλοτε σωρεύει ενθουσιασμό. Ίσως όλο αυτό να είναι μάταιο, να μην είναι τίποτα, αλλά τη στιγμή που το κάνεις πρέπει να πιστεύεις πως είναι τα πάντα.

Τώρα ο χρόνος σου, ο χρονικός τόπος, στον οποίο υπάρχεις έχει αποκοπεί από τον πραγματικό και από των συνταξιδιωτών. Είσαι εντελώς μόνος με τον προορισμό. Έχει μια αυτοτέλεια. Γίνεται μέσο και σκοπός. Αρχή, μέση και τέλος που εναλλάσσονται σε δευτερόλεπτα. Εκκινεί τη μια στιγμή και τελειώνει την επόμενη και ξανά το ίδιο με εκατομμύρια μικρές στιγμές που αν μια χαθεί θα υπάρξει ασυνέχεια. Δεν μετράται σε ώρες. Δεν μπορείς να συναισθανθείς το χρόνο των ανθρώπων που ξεκινούν τη μέρα τους, όπως την ξεκινούσες εσύ χθες ή όπως μετά από δυο-τρεις μέρες θα ξαναξεκινάς. Ο χρόνος ζει για σένα και εσύ για αυτόν.

Η στάση σε προσγειώνει λίγο. Οι εργαζόμενοι έχουν πιάσει από νωρίς και ξέρουν πώς άρχισε και πώς θα τελειώσει η μέρα τους, όπως και ο οδηγός. Οι πρώτοι υπολογίζουν με το μέτρο του χρόνου, ο δεύτερος με του τόπου. Θα πάει από ένα μέρος σε ένα άλλο, και αυτό ίσως να είναι πιο ευχάριστο. Εσύ με ποιο μέτρο μετράς; Μετράς; Παλινδρομείς ανάμεσα σε ένα χρόνο και ένα τόπο εντελώς διαφορετικούς, περίκλειστους με φράχτες αντοχής και αναμονής.

Αν έχεις ξανακάνει τη διαδρομή καταλαβαίνεις ότι μπαίνεις προς το τέλος της και τότε δυναμώνεις την ένταση στα ακουστικά και στα άκρα σου. Όπως σε όλες τις διαδρομές από αυτές που θυμάσαι από παιδί, υπάρχει ένα σήμα κατατεθέν της άφιξης, του ‘’πλησιάζω’’. Είναι ένα μεγάλο μαγαζί ηλεκτρικών ειδών, ένα εκπτωτικό σούπερ μάρκετ, ένα γεφυράκι; Μερικοί αρχίζουν τα τηλέφωνα, τα ‘’έλα φτάσαμε σχεδόν’’, κανονίζουν την παραλαβή τους και το άμεσο πρόγραμμά τους. Εσύ μόνος σου, κανένα τηλέφωνο, δεν θα σπάσεις το χρόνο στον οποίο ενσυνείδητα κλείστηκες.

Άφιξη. Σηκώνεσαι και ελέγχεις αν τα πήρες όλα. Κοιτάς από το παράθυρο και ελπίζεις. Παραλαμβάνεις τη βαλίτσα σου και βεβαιώνεσαι ότι είναι η σωστή. Το διάστημά σου βρίσκεται στην κορωνίδα, στο πικ του, έτοιμο να εκραγεί. Προγραμματισμένη βόμβα που δεν μπορούσες ούτε να επισπεύσεις, ούτε να απενεργοποιήσεις. Ο ήλιος σε ζεσταίνει και θυμάσαι ότι ακόμη είναι πρωί και η μέρα ξεκινάει σαν να ξύπνησες τώρα, αλλά μόνο εσύ ξέρεις τι έχει προηγηθεί για να είσαι εδώ. Τώρα η αναμονή γίνεται άφατη προσμονή, η προσμονή, γίνεται αντίκρισμα και το αντίκρισμα άνθρωπος.-